αεροδυναμικός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- αεροδυναμικός < λόγιο ενδογενές δάνειο: γαλλική aérodynamique
Επίθετο
επεξεργασία
αεροδυναμικός, -ή, -ό
- (τεχνολογία, αεροπορικός όρος, φυσική) που διαθέτει σχήμα και κατασκευή τέτοια που ελαττώνουν την αντίστασή του στον αέρα, ιδιαίτερα σε μεγάλες ταχύτητες
- που έχει σχέση με τον κλάδο της αεροδυναμικής
Μεταφράσεις
επεξεργασία
αεροδυναμικός
Πηγές
επεξεργασία
- αεροδυναμικός - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)