Ψυχανθή
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | τα | Ψυχανθή | ||
γενική | των | Ψυχανθών | ||
αιτιατική | τα | Ψυχανθή | ||
κλητική | Ψυχανθή | |||
Κατηγορία όπως «αιλουροειδές» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Ψυχανθή < (καθαρεύουσα) ψυχανθῆ (μαρτυρείται από το 1873)[1] < (ψυχή (πεταλούδα) ψυχ- + ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου -ανθής (άνθος) στον πληθυντικό -ανθή, απόδοση για τη νεολατινική Papilionaceae [2]
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /psi.xanˈθi/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Ψυ}χαν}θή
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΨυχανθή ουδέτερο στον πληθυντικό [3]
- (φυτό) ταξινομικός όρος - υποοικογένεια: φυτών που τα άνθη τους μοιάζουν με φτερά πεταλούδας
- ⮡ Είναι μια ψυχανθής μπιζελιά, ένα ψυχανθές φυτό. Ανήκει στα Ψυχανθή.
Μεταφράσεις
επεξεργασία Ψυχανθή
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ σελ. 1139, Τόμος Β΄ - Κουμανούδης, Στέφανος Αθ. (1900) Συναγωγή νέων λέξεων υπό των λογίων πλασθεισών από της Αλώσεως μέχρι των καθ’ ημάς χρόνων. Τόμοι: 2 (Εισαγωγή,@anemi). Εν Αθήναις: Τύποις Π. Δ. Σακελλαρίου
- ↑ Ψυχανθή - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- ↑ Ψυχανθή - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)