Δείτε επίσης: χιώτης

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈço.tis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Χιώ‐της

  Ετυμολογία 1 επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Χιώτης οι Χιώτες
      γενική του Χιώτη των Χιωτών
    αιτιατική τον Χιώτη τους Χιώτες
     κλητική Χιώτη Χιώτες
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Χιώτης < μεσαιωνική ελληνική χιώτικος, *Χιώτης. Μορφολογικά αναλύεται: η Χί(ος) ή η Χι(ο) + -ώτης[1]

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Χιώτης αρσενικό (θηλυκό Χιώτισσα)

Συνώνυμα επεξεργασία

Εκφράσεις επεξεργασία

Παροιμίες επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία

→ και δείτε τη λέξη Χίος

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Ετυμολογία 2 επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Χιώτης οι Χιώτηδες
      γενική του Χιώτη των Χιώτηδων
    αιτιατική τον Χιώτη τους Χιώτηδες
     κλητική Χιώτη Χιώτηδες
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Βαμβακάρης (κλίση: μανάβης)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Χιώτης < πατριδωνυμικό Χιώτης

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Χιώτης αρσενικό (θηλυκό Χιώτη)

Μεταγραφές επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία