Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Φιλοθέη οι Φιλοθέες
      γενική της Φιλοθέης των Φιλοθεών
    αιτιατική τη Φιλοθέη τις Φιλοθέες
     κλητική Φιλοθέη Φιλοθέες
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Φιλοθέη < θηλυκό του Φιλόθεος < από το επίθετο φιλόθεος < φίλος + Θεός

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /fi.loˈθe.i/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Φι‐λο‐θέ‐η

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Φιλοθέη θηλυκό

  1. γυναικείο όνομα, που δηλώνει εκείνην που αγαπά τον Θεό, την θεοσεβή
  2. ονομασία οικισμών της Ελλάδας
  3. προάστιο της Αθήνας
     συνώνυμα: Νέα Αλεξάνδρεια (πρώην ονομασία)

Συγγενικά επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία