Δείτε επίσης: λόγγος, Λογγός
ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση)
δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική Λόγγος οἱ Λόγγοι
      γενική τοῦ Λόγγου τῶν Λόγγων
      δοτική τῷ Λόγγ τοῖς Λόγγοις
    αιτιατική τὸν Λόγγον τοὺς Λόγγους
     κλητική ! Λόγγε Λόγγοι
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Λόγγω
γεν-δοτ τοῖν  Λόγγοιν
2η κλίση, Κατηγορία 'δρόμος' όπως «δρόμος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία

Κύριο όνομα

επεξεργασία