↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική τα Κνιδόζωα
      γενική των Κνιδόζωων
    αιτιατική τα Κνιδόζωα
     κλητική Κνιδόζωα
Κατηγορία όπως «σίδερο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Κνιδόζωα < λόγιο ενδογενές δάνειο: (μεταφραστικό δάνειο) νεολατινική Cnidaria + ζώα < αρχαία ελληνική κνίδη + ζῷον

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

Κνιδόζωα ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό

Συνώνυμα

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία