Δείτε επίσης: ευαγγελίστρια

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Ευαγγελίστρια οι Ευαγγελίστριες
      γενική της Ευαγγελίστριας των Ευαγγελιστριών
    αιτιατική την Ευαγγελίστρια τις Ευαγγελίστριες
     κλητική Ευαγγελίστρια Ευαγγελίστριες
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Ευαγγελίστρια < ευαγγελίστρια

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /e.vaŋ.ɟeˈli.stɾi.a/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Ευ‐αγ‐γε‐λί‐στρι‐α

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Ευαγγελίστρια θηλυκό

  1. (θρησκεία) προσωνυμία της Παναγίας
    άλλες μορφές: Βαγγελίστρα
  2. (θρησκεία) άλλη μορφή του ευαγγελίστρια
  3. γυναικείο όνομα
  4. ονομασία οικισμών της Ελλάδας
  5. συνοικία του Πειραιά

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία