• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

Δωρικό

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία
Δείτε επίσης : δωρικό

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Κύριο όνομα
      • 1.3.1 Δείτε επίσης
      • 1.3.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το Δωρικό τα Δωρικά
      γενική του Δωρικού των Δωρικών
    αιτιατική το Δωρικό τα Δωρικά
     κλητική Δωρικό Δωρικά
Συνήθως στον ενικό
Κατηγορία όπως «βουνό» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
Δωρικό < καθαρεύουσα Δωρικόν < ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου δωρικός

Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ðo.ɾiˈko/
τυπογραφικός συλλαβισμός : Δω‐ρι‐κό

Κύριο όνομα

επεξεργασία

Δωρικό ουδέτερο

  • ονομασία οικισμών της Ελλάδας

Δείτε επίσης

επεξεργασία
  • Δωρικό Έβρου στη Βικιπαίδεια Λήμμα στη Βικιπαίδεια
  • Δωρικό Φωκίδας στη Βικιπαίδεια Λήμμα στη Βικιπαίδεια

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    Δωρικό
  • αγγλικά : Doriko (en)
  • ρωσικά : Дорико (ru)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=Δωρικό&oldid=5668888"
Τελευταία επεξεργασία στις 17 Μαρτίου 2023, στις 21:55

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 17 Μαρτίου 2023, στις 21:55.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας