Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Βραζιλιάνα οι Βραζιλιάνες
      γενική της Βραζιλιάνας
    αιτιατική τη Βραζιλιάνα τις Βραζιλιάνες
     κλητική Βραζιλιάνα Βραζιλιάνες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Βραζιλιάνα < Βραζιλιάν(ος) +

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /vɾa.ziˈʎa.na/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Βραζιλιάνα

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Βραζιλιάνα θηλυκό

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

για γλώσσες που δεν έχουν ξεχωριστή λέξη για το θηλυκό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε Βραζιλιάνος