Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η Βοστώνη
      γενική της Βοστώνης
    αιτιατική τη Βοστώνη
     κλητική Βοστώνη
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
 
Άποψη της Βοστώνης

  Ετυμολογία επεξεργασία

Βοστώνη < αγγλική Boston[1]

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /voˈsto.ni/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Βο‐στώ‐νη

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Βοστώνη θηλυκό, μόνο στον ενικό

Άλλες γραφές επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  1. Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.  (Αʹ έκδοση: 1998)