Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική οι Βαλεαρίδες
      γενική των Βαλεαρίδων
    αιτιατική τις Βαλεαρίδες
     κλητική Βαλεαρίδες
Κατηγορία όπως «ελπίδα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Βαλεαρίδες < ισπανική Baleares < λατινική Baliares < ελληνιστική κοινή Βαλιάρεις[1]

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /va.le.aˈɾi.ðes/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Βα‐λε‐α‐ρί‐δες

  Κύριο όνομα επεξεργασία

 
Η θέση των Βαλεαρίδων στην Ισπανία

Βαλεαρίδες θηλυκό, μόνο στον πληθυντικό

  • αρχιπέλαγος της Ισπανίας, στη δυτική Μεσόγειο, αποτελούμενο από την Ίμπιζα, τη Μαγιόρκα, τη Μινόρκα και τη Φορμεντέρα
    ※ Μετά τα γερμανικά ταξιδιωτικά γραφεία που ανακοίνωσαν την προηγούμενη βδομάδα ότι ξεκινούν να διαθέτουν πακέτα διακοπών για την Ελλάδα και την Ισπανία, και Βρετανοί tour operators ανακοίνωσαν πως από τις 11 Ιουλίου θα αρχίσουν να πωλούν ταξίδια για τις δύο χώρες. Διευκρινίζεται ότι για την Ισπανία οι προορισμοί που προωθούνται είναι οι Βαλεαρίδες και τα Κανάρια Νησιά και όχι η ηπειρωτική χώρα, της οποίας το επιδημιολογικό προφίλ παραμένει υψηλού ρίσκου.
    Ηλίας Μπέλλος, Υπόθεση Ελλάδας και Ισπανίας ο τουρισμός στη Μεσόγειο φέτος, Η Καθημερινή, 23 Ιουνίου 2020

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  1. Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.  (Αʹ έκδοση: 1998)