Ετυμολογία

επεξεργασία
παραθετικά
θετικός mobile
συγκριτικός more mobile
υπερθετικός most mobile

mobile (en)

  1. ο κινητός, φορητός
      mobile phone service - κινητή τηλεφωνία
  2. ο ευκίνητος
  3. ο κινητικός

Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
mobile mobiles

mobile (en)

  1. (τηλεπικοινωνίες) το κινητό τηλέφωνο
     συνώνυμα:  δείτε τη λέξη phone
  2. το μόμπιλο (είδος γλυπτού)

Ουσιαστικό

επεξεργασία

mobile (fr) αρσενικό



Ουσιαστικό

επεξεργασία