Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το κινητό τηλέφωνο τα κινητά τηλέφωνο
      γενική του κινητού τηλεφώνου των κινητών τηλεφώνων
    αιτιατική το κινητό τηλέφωνο τα κινητά τηλέφωνο
     κλητική κινητό τηλέφωνο κινητά τηλέφωνο
Παράρτημα:Ουσιαστικά
 
Διάφορα κινητά τηλέφωνα.

  Ετυμολογία Επεξεργασία

κινητό τηλέφωνο < → δείτε τις λέξεις κινητό και τηλέφωνο, νεολογισμός τέλους 20ου αιώνα, μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική mobile phone

  ΠροφοράΕπεξεργασία

ΔΦΑ : /ci.niˈto tiˈle.fo.no/

  Πολυλεκτικός όροςΕπεξεργασία

κινητό τηλέφωνο ουδέτερο

Άλλες μορφέςΕπεξεργασία

Συγγενικές λέξειςΕπεξεργασία

Δείτε επίσηςΕπεξεργασία

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία