Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm) επεξεργασία

→ λείπει η κλίση

  Ετυμολογία επεξεργασία

ὀλεθροτόκος < (κληρονομημένο) ελληνιστική κοινή ὀλεθροτόκος

  Επίθετο επεξεργασία

ὀλεθροτόκος, -ος, -ον

  • (ως επίθετο του διαβόλου) που προκαλεί καταστροφή, που δημιουργεί συμφορές
    ※  11ος αιώνας, Βίος Βαρλαάμ καί Ιωάσαφ, ανωνύμου, XXXIX, @catholiclibrary.org
    ἀφάνισον, παντοδύναμε, πᾶσαν τὴν δύναμιν τοῦ ἀπατεῶνος ἀπὸ προσώπου τοῦ δούλου σου, καὶ δὸς αὐτῷ ἐξουσίαν πατεῖν τὴν ὀλεθροτόκον κάραν τοῦ πολεμίου τῶν ἡμετέρων ψυχῶν. κατάπεμψον ἐξ ὕψους τὴν χάριν τοῦ Ἁγίου σου Πνεύματος.

Άλλες μορφές επεξεργασία

Κλιτικοί τύποι επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία


Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση)
δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός
→ γένη αρσενικό & θηλυκό ουδέτερο
↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική / ὀλεθροτόκος τὸ ὀλεθροτόκον
      γενική τοῦ/τῆς ὀλεθροτόκου τοῦ ὀλεθροτόκου
      δοτική τῷ/τῇ ὀλεθροτόκ τῷ ὀλεθροτόκ
    αιτιατική τὸν/τὴν ὀλεθροτόκον τὸ ὀλεθροτόκον
     κλητική ! ὀλεθροτόκε ὀλεθροτόκον
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική οἱ/αἱ ὀλεθροτόκοι τὰ ὀλεθροτόκ
      γενική τῶν ὀλεθροτόκων τῶν ὀλεθροτόκων
      δοτική τοῖς/ταῖς ὀλεθροτόκοις τοῖς ὀλεθροτόκοις
    αιτιατική τοὺς/τὰς ὀλεθροτόκους τὰ ὀλεθροτόκ
     κλητική ! ὀλεθροτόκοι ὀλεθροτόκ
    δυϊκός  
ονομ-αιτ-κλ τὼ ὀλεθροτόκω τὼ ὀλεθροτόκω
      γεν-δοτ τοῖν ὀλεθροτόκοιν τοῖν ὀλεθροτόκοιν
2η κλίση, Κατηγορία 'δύσκολος' όπως «τοξοβόλος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία επεξεργασία

ὀλεθροτόκος < ήδη από τον 4ο αιώνα μ.Χ. Αναλύεται σε ὀλεθρο- + -τόκος (ὄλεθρος + τίκτω)

  Επίθετο επεξεργασία

ὀλεθροτόκος, -ος, -ον

  • (ελληνιστική κοινή) που προκαλεί καταστροφή, όλεθρο
    ※  4ος↓ αιώνας Γρηγόριος Ναζιανζηνός, @books.google.gr
    τοιαύτη μὲν ἀπὸ τοῦ πρωτοπλάστου τῷ ἀνθρωπίνῳ γένει νεόσπορος ἡ ἁμαρτία φυεῖσα, οὐκ ἀνάρχως οὖσα, διὰ τῶν παθεξῆς εἰς στάχυν πολύχουν τὸν ὀλεθροτόκον αὐτῆς ἀνέδωκε καρκόν(sic), οὗ καὶ ἡμᾶς παντάπασιν ἀνακαθηράμενος Χριστὲ ὁ Θεὸς τῆς σῆς εὐλογίας, τῆς σῆς δικαιοσύνης καὶ εἰρήνης καὶ χρηστότητος πλήρωσον, ὅτι μόνος εὐλογητὸς εἶ καὶ δεδοξασμένος εἰς τοὺς αἰῶνας ἀμήν.
    Gregorius., Dronke, Ernst Friedrich Johann. Carmina Selecta: Accedit Nicetae Davidis Paraphrasis nunc primum e Codice Cusano edita. Γερμανία: Vandenhoeck et Ruprecht, 1840, σελ. 18-19

  Πηγές επεξεργασία