ἴφθιμος
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαγένη → | αρσενικό & θηλυκό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
ονομαστική | ὁ/ἡ | ἴφθιμος | ἡ | ἰφθίμη | τὸ | ἴφθιμον |
γενική | τοῦ/τῆς | ἰφθίμου | τῆς | ἰφθίμης | τοῦ | ἰφθίμου |
δοτική | τῷ/τῇ | ἰφθίμῳ | τῇ | ἰφθίμῃ | τῷ | ἰφθίμῳ |
αιτιατική | τὸν/τὴν | ἴφθιμον | τὴν | ἰφθίμην | τὸ | ἴφθιμον |
κλητική ὦ! | ἴφθιμε | ἰφθίμη | ἴφθιμον | |||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
ονομαστική | οἱ/αἱ | ἴφθιμοι | αἱ | ἴφθιμαι | τὰ | ἴφθιμᾰ |
γενική | τῶν | ἰφθίμων | τῶν | ἰφθίμων | τῶν | ἰφθίμων |
δοτική | τοῖς/ταῖς | ἰφθίμοις | ταῖς | ἰφθίμαις | τοῖς | ἰφθίμοις |
αιτιατική | τοὺς/τὰς | ἰφθίμους | τὰς | ἰφθίμᾱς | τὰ | ἴφθιμᾰ |
κλητική ὦ! | ἴφθιμοι | ἴφθιμαι | ἴφθιμᾰ | |||
δυϊκός | ||||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | ἰφθίμω | τὼ | ἰφθίμᾱ | τὼ | ἰφθίμω |
γεν-δοτ | τοῖν | ἰφθίμοιν | τοῖν | ἰφθίμαιν | τοῖν | ἰφθίμοιν |
Ο τύπος του θηλυκού σε -ος, περισσότερο συνηθισμένος. | ||||||
2η&1η κλίση, Κατηγορία 'φρόνιμος' όπως «φρόνιμος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Ετυμολογία
επεξεργασία- ἴφθιμος < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
επεξεργασίαἴφθιμος, -η/-ος, -ον
- δυνατός, ρωμαλέος
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ὀδύσσεια, 23 (ψ. Ὀδυσσέως ὑπὸ Πηνελόπης ἀναγνωρισμός.), στίχ. 313 (312-313)
- ἠδ᾽ ὅσα Κύκλωψ ἔρξε, καὶ ὡς ἀπετίσατο ποινὴν | ἰφθίμων ἑτάρων, οὓς ἤσθιεν οὐδ᾽ ἐλέαιρεν·
- όσα του κόστισε ο Κύκλωπας, ότι τον εκδικήθηκε | για τους γενναίους συντρόφους που αλύπητα τους έφαγε,
- Μετάφραση σε πεζό (2006): Δημήτρης Ν. Μαρωνίτης, @greek‑language.gr
- ἠδ᾽ ὅσα Κύκλωψ ἔρξε, καὶ ὡς ἀπετίσατο ποινὴν | ἰφθίμων ἑτάρων, οὓς ἤσθιεν οὐδ᾽ ἐλέαιρεν·
- ※ 7ος πκε αιώνας ⌘ Ἡσίοδος, Θεογονία, 455 (455-456)
- ἴφθιμόν τ᾽ Ἀίδην, ὃς ὑπὸ χθονὶ δώματα ναίει | νηλεὲς ἦτορ ἔχων,
- το δυνατό τον Άδη, που κατοικεί παλάτια κάτω από τη γη | κι έχει καρδιά ανήλεη,
- Μετάφραση (2001): Σταύρος Γκιργκένης, Θεσσαλονίκη: Ζήτρος @greek‑language.gr
- ἴφθιμόν τ᾽ Ἀίδην, ὃς ὑπὸ χθονὶ δώματα ναίει | νηλεὲς ἦτορ ἔχων,
- ※ 7ος πκε αιώνας ⌘ Ἡσίοδος, Θεογονία, 987 (986-987)
- αὐτάρ τοι Κεφάλῳ φιτύσατο φαίδιμον υἱόν, | ἴφθιμον Φαέθοντα, θεοῖς ἐπιείκελον ἄνδρα·
- Στον Κέφαλο γέννησε γιο λαμπρό, | το δυνατό Φαέθοντα, άντρα που έμοιαζε με τους θεούς.
- Μετάφραση (2001): Σταύρος Γκιργκένης, Θεσσαλονίκη: Ζήτρος @greek‑language.gr
- αὐτάρ τοι Κεφάλῳ φιτύσατο φαίδιμον υἱόν, | ἴφθιμον Φαέθοντα, θεοῖς ἐπιείκελον ἄνδρα·
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ὀδύσσεια, 23 (ψ. Ὀδυσσέως ὑπὸ Πηνελόπης ἀναγνωρισμός.), στίχ. 313 (312-313)
- (για γυναίκες) εύρωστη, ευπρεπής, αρχοντική, επιβλητική
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ἰλιάς, 5 (Ε. Διομήδους ἀριστεία.), στίχ. 415 (412-415)
- μὴ δὴν Αἰγιάλεια, περίφρων Ἀδρηστίνη, | ἐξ ὕπνου γοόωσα φίλους οἰκῆας ἐγείρῃ, | κουρίδιον ποθέουσα πόσιν, τὸν ἄριστον Ἀχαιῶν, | ἰφθίμη ἄλοχος Διομήδεος ἱπποδάμοιο.»
- μην η Αιγιάλεια ποτέ, η φρόνιμη Αδρηστίνη, | ξυπνήσει τους ανθρώπους της θρηνώντας που της λείπει | ο νυμφευτός της σύντροφος των Αχαιών ο πρώτος, | του ιπποδάμου η θαυμαστή γυνή, του Διομήδη».
- Έμμετρη μετάφραση (1922): Ιάκωβος Πολυλάς, @greek‑language.gr
- μὴ δὴν Αἰγιάλεια, περίφρων Ἀδρηστίνη, | ἐξ ὕπνου γοόωσα φίλους οἰκῆας ἐγείρῃ, | κουρίδιον ποθέουσα πόσιν, τὸν ἄριστον Ἀχαιῶν, | ἰφθίμη ἄλοχος Διομήδεος ἱπποδάμοιο.»
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ὀδύσσεια, 15 (ο. Τηλεμάχου ἐπάνοδος.), στίχ. 364 (363-364)
- οὕνεκά μ᾽ αὐτὴ θρέψεν ἅμα Κτιμένῃ τανυπέπλῳ, | θυγατέρ᾽ ἰφθίμῃ, τὴν ὁπλοτάτην τέκε παίδων·
- Αυτή μ᾽ ανάθρεψε στο πλάι της μακρόπεπλης Κτιμένης, | όμορφης θυγατέρας που τη γέννησε στερνή από τα άλλα της κορίτσια.
- Μετάφραση σε πεζό (2006): Δημήτρης Ν. Μαρωνίτης, @greek‑language.gr
- οὕνεκά μ᾽ αὐτὴ θρέψεν ἅμα Κτιμένῃ τανυπέπλῳ, | θυγατέρ᾽ ἰφθίμῃ, τὴν ὁπλοτάτην τέκε παίδων·
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ἰλιάς, 5 (Ε. Διομήδους ἀριστεία.), στίχ. 415 (412-415)
Πηγές
επεξεργασία- ἴφθιμος - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- ἴφθιμος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.