Δείτε επίσης: ιππότης, Ιππότης, Ἱππότης

Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Ετυμολογία 1 επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ἱπποτα-
ονομαστική ἱππότης οἱ ἱππόται
      γενική τοῦ ἱππότου τῶν ἱπποτῶν
      δοτική τῷ ἱππότ τοῖς ἱππόταις
    αιτιατική τὸν ἱππότην τοὺς ἱππότᾱς
     κλητική ! ἱππότ ἱππόται
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  ἱππότ
γεν-δοτ τοῖν  ἱππόταιν
1η κλίση, ομάδα 'στρατιώτης', Κατηγορία 'τοξότης' όπως «τοξότης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
ἱππότης < ἵππο(ς) + -της

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ἱππότης αρσενικό (θηλυκό ἱππότις)

  Ετυμολογία 2 επεξεργασία

ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση)
δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ἱπποτητ-
ονομαστική ἱππότης αἱ ἱππότητες
      γενική τῆς ἱππότητος τῶν ἱπποτήτων
      δοτική τῇ ἱππότητ ταῖς ἱππότησ(ν)
    αιτιατική τὴν ἱππότητ τὰς ἱππότητᾰς
     κλητική ! ἱππότης ἱππότητες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  ἱππότητε
γεν-δοτ τοῖν  ἱπποτήτοιν
3η κλίση, Κατηγορία 'τάπης' όπως «τάπης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
ἱππότης < αρχαία ελληνική ἵππο(ς) + -της, ἵππ(ος) + -ότης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ἱππότης θηλυκό

  Πηγές επεξεργασία