ἱμαντώδης
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαἱμαντώδης, -ης, -ες
- (για τρίχες) ινώδης, σχοινώδης, που μοιάζει με ιμάντα, με λουρί
- ※ 5ος/4ος πκε αιώνας ⌘ Πλάτων, Τίμαιος, 76c @scaife.perseus
- καὶ κατὰ ταῦτα δὴ τὰ πάθη τὸ τριχῶν γένος ἐν τῷ δέρματι πέφυκεν, συγγενὲς μὲν ἱμαντῶδες ὂν αὐτοῦ, σκληρότερον δὲ καὶ πυκνότερον τῇ πιλήσει τῆς ψύξεως, ἣν ἀποχωριζομένη δέρματος ἑκάστη θρὶξ ψυχθεῖσα συνεπιλήθη.
- και σύμφωνα με αυτά τα πάθη φύτρωσαν τρίχες στο δέρμα, συγγενείς με αυτό, αφού μοιάζουν με ιμάντες, αλλά είναι σκληρότερες και πυκνότερες εξαιτίας της συστολής λόγω του ψύχους, την οποία υπέστη καθεμία τρίχα ψυχθείσα, όταν αποχωριζόταν από το δέρμα.
- Μετάφραση λέξεων: Βικιλεξικό.
- καὶ κατὰ ταῦτα δὴ τὰ πάθη τὸ τριχῶν γένος ἐν τῷ δέρματι πέφυκεν, συγγενὲς μὲν ἱμαντῶδες ὂν αὐτοῦ, σκληρότερον δὲ καὶ πυκνότερον τῇ πιλήσει τῆς ψύξεως, ἣν ἀποχωριζομένη δέρματος ἑκάστη θρὶξ ψυχθεῖσα συνεπιλήθη.
- ※ 1ος κε αιώνας ⌘ Διοσκουρίδης Πεδάνιος, Περὶ ὕλης ἰατρικῆςw, 4, 134.136 @scaife.perseus
- θαμνίσκος ἐστὶ πήχεως τὸ ὕψος, ἔχων κλάδους πολλούς καὶ ἱμαντώδεις πρὸς τῳ ἄνωθεν ἡμίσει φυλλοφόρους — φλοιὸς δὲ περὶ τὰς ῥάβδους γλίσχρος ἰσχυρῶς — φύλλα δάφνῃ ἐοικότα, μαλακώτερα δὲ καὶ ἰσχνότερα,
- ΣτΕ: Ο συγγραφέας περιγράφει ένα είδος μικρής δάφνης, που ονομάζεται χαμαιδάφνη, εὐπέταλον ή εὔπεπλον.
- θαμνίσκος ἐστὶ πήχεως τὸ ὕψος, ἔχων κλάδους πολλούς καὶ ἱμαντώδεις πρὸς τῳ ἄνωθεν ἡμίσει φυλλοφόρους — φλοιὸς δὲ περὶ τὰς ῥάβδους γλίσχρος ἰσχυρῶς — φύλλα δάφνῃ ἐοικότα, μαλακώτερα δὲ καὶ ἰσχνότερα,
- ※ 5ος/4ος πκε αιώνας ⌘ Πλάτων, Τίμαιος, 76c @scaife.perseus
- (για αθλητή) μυώδης, καλογυμνασμένος, νευρώδης
Συγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη ἱμάς
Πηγές
επεξεργασία- ἱμαντώδης - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.