ἐντυγχάνω
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΑρχικοί χρόνοι |
Φωνή Eνεργητική |
Φωνή Μέση & Παθητική |
---|---|---|
Ενεστώτας | ἐντυγχάνω | ἐντυγχάνομαι |
Παρατατικός | ἐνετύγχανον | |
Μέλλοντας | ἐντεύξομαι | |
Αόριστος | ἐνέτῠχον | ἐνετεύχθην |
Παρακείμενος | ἐντετύχηκα, ἐντέτευχα | |
Υπερσυντέλικος | ||
Συντελ.Μέλλ. |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΡήμα
επεξεργασίαἐντυγχάνω
- σκοντάφτω πάνω, βρίσκω τυχαία, συναντώ
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Θουκυδίδης, Ἱστορίαι, 4, 128.4
- καὶ αὐτοὶ ὀργιζόμενοι οἱ στρατιῶται τῇ προαναχωρήσει τῶν Μακεδόνων, ὅσοις ἐνέτυχον κατὰ τὴν ὁδὸν ζεύγεσιν αὐτῶν βοεικοῖς ἢ εἴ τινι σκεύει ἐκπεπτωκότι, οἷα ἐν νυκτερινῇ καὶ φοβερᾷ ἀναχωρήσει εἰκὸς ἦν ξυμβῆναι, τὰ μὲν ὑπολύοντες κατέκοπτον, τῶν δὲ οἰκείωσιν ἐποιοῦντο.
- Οι στρατιώτες του, οργισμένοι επειδή οι Μακεδόνες τους είχαν εγκαταλείψει, όταν βρίσκαν κανένα ζευγάρι βόδια ζεμένα ή εφόδια που είχαν αφήσει στην φυγή τους οι Μακεδόνες, όπως είναι φυσικό να συμβεί όταν πανικόβλητος στρατός υποχωρεί νύχτα, έλυναν τα βόδια και τα σκότωναν ή έπαιρναν τα εφόδια.
- Μετάφραση (1965-1968): Άγγελος Σ. Βλάχος, Αθήνα:Γαλαξίας @greek‑language.gr
- καὶ αὐτοὶ ὀργιζόμενοι οἱ στρατιῶται τῇ προαναχωρήσει τῶν Μακεδόνων, ὅσοις ἐνέτυχον κατὰ τὴν ὁδὸν ζεύγεσιν αὐτῶν βοεικοῖς ἢ εἴ τινι σκεύει ἐκπεπτωκότι, οἷα ἐν νυκτερινῇ καὶ φοβερᾷ ἀναχωρήσει εἰκὸς ἦν ξυμβῆναι, τὰ μὲν ὑπολύοντες κατέκοπτον, τῶν δὲ οἰκείωσιν ἐποιοῦντο.
- ※ 5ος/4ος πκε αιώνας ⌘ Πλάτων, Μενέξενος (αμφισβητείται), 249d
- [ΜΕΝΕΞΕΝΟΣ.] Πολλάκις, ὦ Σώκρατες, ἐγὼ ἐντετύχηκα Ἀσπασίᾳ, καὶ οἶδα οἵα ἐστίν.
- [ΜΕΝ.] Πολλές φορές στη ζωή μου Σωκράτη, έχω συναντήσει την Ασπασία και ξέρω καλά ποιά είναι και τί αξίζει.
- Μετάφραση (1951): Νικόλαος Κορκοφίγκας. @greek‑language.gr
- [ΜΕΝΕΞΕΝΟΣ.] Πολλάκις, ὦ Σώκρατες, ἐγὼ ἐντετύχηκα Ἀσπασίᾳ, καὶ οἶδα οἵα ἐστίν.
- ※ 5ος/4ος πκε αιώνας ⌘ Πλάτων, Ἱππίας μείζωνw, 286d
- ὁπότε πρῶτον ὑμῶν τῳ τῶν σοφῶν ἐντύχοιμι, ἀκούσας καὶ μαθὼν καὶ ἐκμελετήσας ἰέναι πάλιν ἐπὶ τὸν ἐρωτήσαντα, ἀναμαχούμενος τὸν λόγον.
- Μόλις ανταμώσω κάποιον από σας τους σοφούς, θα τον ακούσω και θα μάθω και θα σπουδάσω καλά, και έπειτα θα πάω πίσω σ᾽ αυτόν που με ρώτησε και θα ανοίξω από την αρχή μαζί του τον πόλεμο για όσα λέγαμε.
- Μετάφραση (1973): Χρήστος Καρούζος & Ιωάννης Θ. Κακριδής Θεσσαλονίκη: ΙΝΣ @greek‑language.gr
- ὁπότε πρῶτον ὑμῶν τῳ τῶν σοφῶν ἐντύχοιμι, ἀκούσας καὶ μαθὼν καὶ ἐκμελετήσας ἰέναι πάλιν ἐπὶ τὸν ἐρωτήσαντα, ἀναμαχούμενος τὸν λόγον.
- ※ 5ος/4ος πκε αιώνας ⌘ Ξενοφῶν, Κύρου Ἀνάβασις, 4, 2.10
- πορευόμενοι δ᾽ ἐντυγχάνουσι λόφῳ ὑπὲρ τῆς ὁδοῦ κατειλημμένῳ ὑπὸ τῶν πολεμίων
- Προχωρώντας συναντούν ένα λόφο πιασμένο από τους εχθρούς, πάνω από το δρόμο.
- Μετάφραση (1981): Γεώργιος Δ. Ζευγώλης. Αθήνα:ΟΕΔΒ @greek‑language.gr
- πορευόμενοι δ᾽ ἐντυγχάνουσι λόφῳ ὑπὲρ τῆς ὁδοῦ κατειλημμένῳ ὑπὸ τῶν πολεμίων
- ※ 5ος/4ος πκε αιώνας ⌘ Ξενοφῶν, Κύρου Ἀνάβασις, 6, 3.15
- ἐκέλευε δὲ καίειν ἅπαντα ὅτῳ ἐντυγχάνοιεν καυσίμῳ.
- Τους έδωσε μάλιστα την εντολή να καίνε καθετί που θα συναντούσαν και μπορούσε να καεί.
- Μετάφραση (1981): Γεώργιος Δ. Ζευγώλης. Αθήνα:ΟΕΔΒ @greek‑language.gr
- ἐκέλευε δὲ καίειν ἅπαντα ὅτῳ ἐντυγχάνοιεν καυσίμῳ.
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Θουκυδίδης, Ἱστορίαι, 4, 128.4
- συναναστρέφομαι, συνομιλώ με κάποιον, έρχομαι σε συνέντευξη ή ακρόαση με κάποιον
- μεσολαβώ, μεσιτεύω, ικετεύω, παρακαλώ
- ※ 3ος/2ος πκε αιώνας ⌘ Παλαιὰ Διαθήκη κατά την μετάφραση των Εβδομήκοντα , Μακκαβαίων Γ', 6.37
- ἐνέτυχον δὲ τῷ βασιλεῖ τὴν ἀπόλυσιν αὐτῶν εἰς τὰ ἴδια αἰτούμενοι.
- ※ 2ος κε αιώνας ⌘ Καινή Διαθήκη, Πράξεις τῶν Ἀποστόλων, 25.24
- καί φησιν ὁ Φῆστος, Ἀγρίππα βασιλεῦ, καὶ πάντες οἱ συμπαρόντες ἡμῖν ἄνδρες, θεωρεῖτε τοῦτον περὶ οὗ πᾶν τὸ πλῆθος τῶν Ἰουδαίων ἐνέτυχόν μοι ἔν τε Ἱεροσολύμοις καὶ ἐνθάδε, ἐπιβοῶντες μὴ δεῖν ζῇν αὐτὸν μηκέτι.
- ※ 3ος/2ος πκε αιώνας ⌘ Παλαιὰ Διαθήκη κατά την μετάφραση των Εβδομήκοντα , Μακκαβαίων Γ', 6.37
- συνουσιάζομαι
- → δείτε παράθεμα στο ἐντυγχάνειν
- (για κεραυνό) πέφτω πάνω σε, χτυπώ
- ※ 5ος/4ος πκε αιώνας ⌘ Ξενοφῶν, Ἀπομνημονεύματα, 4, 3.14 @scaife.perseus
- κεραυνός τε γὰρ ὅτι μὲν ἄνωθεν ἀφίεται, δῆλον, καὶ ὅτι οἷς ἂν ἐντύχῃ πάντων κρατεῖ, ὁρᾶται δʼ οὔτʼ ἐπιὼν οὔτʼ ἐγκατασκήψας οὔτε ἀπιών·
- ※ 5ος/4ος πκε αιώνας ⌘ Ξενοφῶν, Ἀπομνημονεύματα, 4, 3.14 @scaife.perseus
- (για βιβλία) συναντώ τυχαία, (και κατά συνέπεια) διαβάζω, μελετώ
- ※ 5ος/4ος πκε αιώνας ⌘ Πλάτων, Συμπόσιον, 177b
- εἰ δὲ βούλει αὖ σκέψασθαι τοὺς χρηστοὺς σοφιστάς, Ἡρακλέους μὲν καὶ ἄλλων ἐπαίνους καταλογάδην συγγράφειν, ὥσπερ ὁ βέλτιστος Πρόδικος —καὶ τοῦτο μὲν ἧττον καὶ θαυμαστόν, ἀλλ᾽ ἔγωγε ἤδη τινὶ ἐνέτυχον βιβλίῳ ἀνδρὸς σοφοῦ, ἐν ᾧ ἐνῆσαν ἅλες ἔπαινον θαυμάσιον ἔχοντες πρὸς ὠφελίαν,
- Κι απ᾽ την άλλη, δες τί γίνεται με τους χαρισματικούς σοφιστές μας· συνθέτουν βέβαια εγκώμια σε πεζό λόγο για τον Ηρακλή, όπως ο έξοχος Πρόδικος — και τέλος πάντων, τούτο δεν εντυπωσιάζει και τόσο, αλλά νά, έπεσε στα χέρια μου σύγγραμμα ενός σοφού, που περιεχόμενό του ήταν το αλάτι: του αφιερωνόταν εξαίσιο εγκώμιο για τη χρησιμότητά του·
- Μετάφραση (2004): Ηλίας Σπυρόπουλος, Θεσσαλονίκη:Ζήτρος. @greek‑language.gr
- εἰ δὲ βούλει αὖ σκέψασθαι τοὺς χρηστοὺς σοφιστάς, Ἡρακλέους μὲν καὶ ἄλλων ἐπαίνους καταλογάδην συγγράφειν, ὥσπερ ὁ βέλτιστος Πρόδικος —καὶ τοῦτο μὲν ἧττον καὶ θαυμαστόν, ἀλλ᾽ ἔγωγε ἤδη τινὶ ἐνέτυχον βιβλίῳ ἀνδρὸς σοφοῦ, ἐν ᾧ ἐνῆσαν ἅλες ἔπαινον θαυμάσιον ἔχοντες πρὸς ὠφελίαν,
- ※ 5ος/4ος πκε αιώνας ⌘ Πλάτων, Συμπόσιον, 177b
- (+ κατά + γενική) κατηγορώ κάποιον
- ※ 3ος/2ος πκε αιώνας ⌘ Παλαιὰ Διαθήκη κατά την μετάφραση των Εβδομήκοντα , Μακκαβαίων Α' (Rahlfs), 8.32
- ἐὰν οὖν ἔτι ἐντύχωσιν κατὰ σοῦ, ποιήσομεν αὐτοῖς τὴν κρίσιν καὶ πολεμήσομέν σε διὰ τῆς θαλάσσης καὶ διὰ τῆς ξηρᾶς.
- ※ 3ος/2ος πκε αιώνας ⌘ Παλαιὰ Διαθήκη κατά την μετάφραση των Εβδομήκοντα , Μακκαβαίων Α' (Rahlfs), 8.32
Σύνθετα
επεξεργασίαδείτε και τα παράγωγά τους, όπως κατεντευκτής, παρέντευξις, προέντευξις, ὑπερέντευξις
Συγγενικά
επεξεργασίαΚλίση
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- ἐντυγχάνω - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- ἐντυγχάνω - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.