ἁψίκορος
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- ἁψίκορος < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
επεξεργασίαἁψίκορος, -ος, -ον
- που χορταίνει γρήγορα
- ※ 4oς πκε αιώνας ⌘ Αριστοτέλης, Ρητορική/2, 1389a
- Οἱ μὲν οὖν νέοι τὰ ἤθη εἰσὶν ἐπιθυμητικοί, καὶ οἷοι ποιεῖν ὧν ἂν ἐπιθυμήσωσι. καὶ τῶν περὶ τὸ σῶμα ἐπιθυμιῶν μάλιστα ἀκολουθητικοί εἰσι τῇ περὶ τὰ ἀφροδίσια καὶ ἀκρατεῖς ταύτης, εὐμετάβολοι δὲ καὶ ἁψίκοροι πρὸς τὰς ἐπιθυμίας, καὶ σφόδρα μὲν ἐπιθυμοῦσι ταχέως δὲ παύονται·
- Οι νέοι λοιπόν —για να μιλήσουμε για τα επιμέρους στοιχεία του χαρακτήρα τους— έχουν έντονες επιθυμίες και είναι άξιοι να κάνουν αυτά που επιθυμούν. Από τις επιθυμίες που σχετίζονται με το σώμα κυνηγούν κατά κύριο λόγο την ερωτική, και δεν έχουν τη δύναμη να ελέγξουν τον εαυτό τους ενσχέσει με αυτήν. Αλλάζουν εύκολα επιθυμίες και τις χορταίνουν γρήγορα: οι επιθυμίες τους είναι σφοδρές, ξεθυμαίνουν όμως γρήγορα·
- Μετάφραση (2002, 2004), Δημήτριος Λυπουρλής @greek‑language.gr
- Οἱ μὲν οὖν νέοι τὰ ἤθη εἰσὶν ἐπιθυμητικοί, καὶ οἷοι ποιεῖν ὧν ἂν ἐπιθυμήσωσι. καὶ τῶν περὶ τὸ σῶμα ἐπιθυμιῶν μάλιστα ἀκολουθητικοί εἰσι τῇ περὶ τὰ ἀφροδίσια καὶ ἀκρατεῖς ταύτης, εὐμετάβολοι δὲ καὶ ἁψίκοροι πρὸς τὰς ἐπιθυμίας, καὶ σφόδρα μὲν ἐπιθυμοῦσι ταχέως δὲ παύονται·
- ※ 1ος/2ος κε αιώνας ⌘ Πλούταρχος, Ἠθικά Ἐρωτικός, 16 @scaife.perseus
- οὕτως ἀσθενὴς καὶ ἁψίκορός ἐστιν ἡ τῆς Ἀφροδίτης χάρις,
- ※ 4oς πκε αιώνας ⌘ Αριστοτέλης, Ρητορική/2, 1389a
- ευμετάβλητος, άστατος
- ※ 1ος κε αιώνας Φίλων ο Ιουδαίος, De Specialibus Legibus (lib. i‑iv), 3.79, @scaife.perseus
- Εἰσὶ δέ τινες περὶ τὰς ὁμιλίας ἁψίκοροι, γυναικομανεῖς ἐν ταὐτῷ καὶ μισογύναιοι,
- ※ 1ος κε αιώνας Φίλων ο Ιουδαίος, De Specialibus Legibus (lib. i‑iv), 3.79, @scaife.perseus
- εύθικτος, ευερέθιστος
Συγγενικά
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- ἁψίκορος - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- ἁψίκορος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.