ἀποβατήριος
Παρακαλούμε συμπληρώστε, τεκμηριώστε το λήμμα και βγάλτε αυτή την ετικέτα εάν θεωρείτε ότι το λήμμα ανταποκρίνεται στα κριτήρια του Βικιλεξικού. |
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- ἀποβατήριος (ελληνιστική κοινή) < ἀποβαίνω → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
επεξεργασίαἀποβατήριος, -α, -ον (ελληνιστική κοινή)
- προσωνυμία για θεούς όπως ο Ζεύς, η Ἄρτεμις, ο Απόλλων
- ※ λέγουσι δὲ καὶ πρῶτον ἐκ τῆς νεὼς σὺν τοῖς ὅπλοις ἐκβῆναι αὐτὸν ἐς τὴν γῆν τὴν Ἀσίαν καὶ βωμοὺς ἱδρύσασθαι ὅθεν τε ἐστάλη ἐκ τῆς Εὐρώπης καὶ ὅπου ἐξέβη τῆς Ἀσίας Διὸς ἀποβατηρίου καὶ Ἀθηνᾶς καὶ Ἡρακλέους. (Φλάβιος Αρριανός γύρω στο 95 μ.Χ. - γύρω στο 175 μ.Χ., Αλεξάνδρου_Ανάβασις, Βιβλίο Α, p11)
- ο χώρος αποβίβασης
Συγγενικά
επεξεργασία- ἀποβατήρια (ουδέτερο, πληθυντικός)
Πηγές
επεξεργασία- ἀποβατήριος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.