ψυχοδιανοητικός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- ψυχοδιανοητικός < ψυχή + -ο- + διανοητικός
Επίθετο
επεξεργασίαψυχοδιανοητικός -ή -ό
Συγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τις λέξεις ψυχή, διανοητικός και νους
Μεταφράσεις
επεξεργασία ψυχοδιανοητικός
|