↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ψυχογράφημα τα ψυχογραφήματα
      γενική του ψυχογραφήματος των ψυχογραφημάτων
    αιτιατική το ψυχογράφημα τα ψυχογραφήματα
     κλητική ψυχογράφημα ψυχογραφήματα
Κατηγορία όπως «όνομα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
ψυχογράφημα < ψυχο- + -γράφημα (λόγιο δάνειο) αγγλική psychograph (Χρειάζεται τεκμηρίωση…) Δείτε και το ψυχόγραμμα.[1]

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /psi.xoˈɣɾa.fi.ma/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ψυ‐χο‐γρά‐φη‐μα

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

ψυχογράφημα ουδέτερο

  1. η περιγραφή του ψυχισμού ενός ατόμου ή και μιας ολόκληρης κοινωνίας ή εποχής, η μελέτη των ψυχικών διαθέσεων, η εστίαση στην ψυχολογική σκοπιά φαινομένων, τάσεων κ.λπ.
  2. λογοτεχνικό ή κινηματογραφικό έργο που επικεντρώνεται στην ψυχολογική ανάλυση των ηρώων, στα ψυχολογικά χαρακτηριστικά τους, στην προσωπικότητα και στα συναισθήματά τους, στα αίτια της συμπεριφοράς τους

Συγγενικά

επεξεργασία

→ και δείτε τη λέξη ψυχογραφία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Αναφορές

επεξεργασία
  1. ψυχογράφημαΧαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών.  (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)