Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
χρωμοσωμικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
χρωμοσωμικ
ός
η
χρωμοσωμικ
ή
το
χρωμοσωμικ
ό
γενική
του
χρωμοσωμικ
ού
της
χρωμοσωμικ
ής
του
χρωμοσωμικ
ού
αιτιατική
τον
χρωμοσωμικ
ό
τη
χρωμοσωμικ
ή
το
χρωμοσωμικ
ό
κλητική
χρωμοσωμικ
έ
χρωμοσωμικ
ή
χρωμοσωμικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
χρωμοσωμικ
οί
οι
χρωμοσωμικ
ές
τα
χρωμοσωμικ
ά
γενική
των
χρωμοσωμικ
ών
των
χρωμοσωμικ
ών
των
χρωμοσωμικ
ών
αιτιατική
τους
χρωμοσωμικ
ούς
τις
χρωμοσωμικ
ές
τα
χρωμοσωμικ
ά
κλητική
χρωμοσωμικ
οί
χρωμοσωμικ
ές
χρωμοσωμικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
χρωμοσωμικός
<
χρωμόσωμα
+
-ικός
Επίθετο
επεξεργασία
χρωμοσωμικός
που έχει
σχέση
με το
χρωμόσωμα
, ανήκει σ’ αυτό ή αναφέρεται σ’ αυτό
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τις λέξεις
χρωμόσωμα
,
χρώμα
και
σώμα
Μεταφράσεις
επεξεργασία
χρωμοσωμικός