χρονοναύλωση
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | χρονοναύλωση | οι | χρονοναυλώσεις |
γενική | της | χρονοναύλωσης | των | χρονοναυλώσεων |
αιτιατική | τη | χρονοναύλωση | τις | χρονοναυλώσεις |
κλητική | χρονοναύλωση | χρονοναυλώσεις | ||
Η λόγια γενική ενικού σε -εως δε συνηθίζεται σε νεότερες λέξεις. | ||||
Κατηγορία όπως «παγκοσμιοποίηση» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- χρονοναύλωση < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαχρονοναύλωση θηλυκό
- (νεολογισμός) ενοικίαση ενός σκάφους, με το πλήρωμα και τον εξοπλισμό του, για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα
- ※ Το ΑΡΙΣΤΟΣ είχε χρονοναύλωση που διευκόλυνε τη συνέχιση της διαχείρισής του μέχρι να λήξει στο τέλος του '88, το ίδιο συνέβαινε και με το ΛΙΛΙΑΝ ΔΡΙΒΑ ενώ δεν ήταν έτσι με τ'άλλα δύο που τα δάνειά τους ήταν πολύ μεγαλύτερα.
- Αντώνης Κακαράς, Off Shore Αγάπη μου, (2008), Αθήνα, Εκδόσεις: Παπαζήση @google.books
- ※ Το ΑΡΙΣΤΟΣ είχε χρονοναύλωση που διευκόλυνε τη συνέχιση της διαχείρισής του μέχρι να λήξει στο τέλος του '88, το ίδιο συνέβαινε και με το ΛΙΛΙΑΝ ΔΡΙΒΑ ενώ δεν ήταν έτσι με τ'άλλα δύο που τα δάνειά τους ήταν πολύ μεγαλύτερα.
Συγγενικά
επεξεργασία- χρονομίσθωση
- χρονοναύλωση — Αναστασιάδη-Συμεωνίδη, Άννα (2003) Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη ISBN:960-231-097-9 & online @greek-language.gr (συντομογραφίες, αστερίσκος για λέξεις στη λογοτεχνία)
- → δείτε τις λέξεις χρόνος, ναύλωση και ναυλώνω
Μεταφράσεις
επεξεργασία χρονοναύλωση
Πηγές
επεξεργασία- χρονοναύλωση - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)