χοντροφτιαγμένος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- χοντροφτιαγμένος < χοντρο- και φτιαγμένος
Μετοχή
επεξεργασίαχοντροφτιαγμένος
- που τον έφτιαξαν χωρίς λεπτομέρειες, δίχως προσοχή και λεπτότητα, χωρίς λεπτοδουλειά, με ελάχιστη επιδεξιότητα