χολοστεάτωμα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- χολοστεάτωμα < λόγιο ενδογενές δάνειο: λόγιο δάνειο από τη γαλλική cholestéatome ή λόγιο ενδογενές δάνειο: αγγλική cholesteatoma
Ουσιαστικό
επεξεργασίαχολοστεάτωμα ουδέτερο
- (ιατρική) ένας καλοήθης μη καρκινικός όγκος που μοιάζει με κύστη και εντοπίζεται στο μέσο ους και στην περιοχή των μαστών
Μεταφράσεις
επεξεργασία χολοστεάτωμα
Πηγές
επεξεργασία- χολοστεάτωμα - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)