χειροφίλημα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- χειροφίλημα < χειρο- + φίλημα, μεταφραστικό δάνειο από τη γαλλική baisemain[1]
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /çi.ɾoˈfi.li.ma/
Ουσιαστικό
επεξεργασίαχειροφίλημα ουδέτερο
- το φίλημα του χεριού, κυρίως των γυναικών, σε ένδειξη αβροφροσύνης
Συγγενικά
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία χειροφίλημα
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ χειροφίλημα - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας