χαρτοπαιχτικός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- χαρτοπαιχτικός < χαρτοπαικτικός, με ανομοίωση τρόπου άρθρωσης [kt] > [xt] για προσαρμογή στη δημοτική.[1]
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /xaɾ.to.pe.xtiˈkos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : χαρ‐το‐παι‐χτι‐κός
Επίθετο επεξεργασία
χαρτοπαιχτικός, -ή, -ό
Συγγενικά επεξεργασία
- → δείτε τη λέξη χαρτοπαίγνιο
Μεταφράσεις επεξεργασία
χαρτοπαιχτικός
|
Αναφορές επεξεργασία
- ↑ χαρτοπαιχτικός - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας