χαρτοπαίγνιο
Ελληνικά (el) Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
- χαρτοπαίγνιο < χαρτο- + παίγνιο, καθαρεύουσα χαρτοπαίγνιον, μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική card game[1]
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
χαρτοπαίγνιο ουδέτερο
Επεξεργασία
→ και δείτε τις λέξεις χαρτί, παίγνιο και παίζω
ΜεταφράσειςΕπεξεργασία
Επεξεργασία
- ↑ «χαρτοπαίγνιο» - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής. (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη. Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.