Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το χαΐρι τα χαΐρια
      γενική του χαϊριού των χαϊριών
    αιτιατική το χαΐρι τα χαΐρια
     κλητική χαΐρι χαΐρια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

χαΐρι < (άμεσο δάνειο) τουρκική hayιr + < αραβική خَيْر (khayr, αγαθοεργία, καλοσύνη)[1]

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /xaˈi.ɾi/

  Ουσιαστικό επεξεργασία

χαΐρι ουδέτερο

Εκφράσεις επεξεργασία

Παροιμίες επεξεργασία

  • στραβά πας κάβουρα μα δες και το χαΐρι σου

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  1. Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.