Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
φυτευμένος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Μετοχή
1.1.1
Άλλες μορφές
1.1.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
φυτευμέν
ος
η
φυτευμέν
η
το
φυτευμέν
ο
γενική
του
φυτευμέν
ου
της
φυτευμέν
ης
του
φυτευμέν
ου
αιτιατική
τον
φυτευμέν
ο
τη
φυτευμέν
η
το
φυτευμέν
ο
κλητική
φυτευμέν
ε
φυτευμέν
η
φυτευμέν
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
φυτευμέν
οι
οι
φυτευμέν
ες
τα
φυτευμέν
α
γενική
των
φυτευμέν
ων
των
φυτευμέν
ων
των
φυτευμέν
ων
αιτιατική
τους
φυτευμέν
ους
τις
φυτευμέν
ες
τα
φυτευμέν
α
κλητική
φυτευμέν
οι
φυτευμέν
ες
φυτευμέν
α
Κατηγορία
όπως «
αγαπημένος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Μετοχή
επεξεργασία
φυτευμένος
μετοχή
παθητικού
παρακειμένου
του ρήματος
φυτεύω
Άλλες μορφές
επεξεργασία
φυτεμένος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
φυτευμένος
→
δείτε
τη λέξη
φυτεμένος