• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Είσοδος
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών

φτιαχτός

  • Διαβάστε σε άλλη γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Επίθετο
      • 1.2.1 Μεταφράσεις

Ελληνικά (el) Επεξεργασία

  Η σελίδα αυτή χρειάζεται επέκταση. Βοηθήστε το Βικιλεξικό επεκτείνοντάς την!


πτώση ενικός
ονομαστική φτιαχτός φτιαχτή φτιαχτό
γενική φτιαχτού φτιαχτής φτιαχτού
αιτιατική φτιαχτό φτιαχτή φτιαχτό
κλητική φτιαχτέ φτιαχτή φτιαχτό
πτώση πληθυντικός
ονομαστική φτιαχτοί φτιαχτές φτιαχτά
γενική φτιαχτών φτιαχτών φτιαχτών
αιτιατική φτιαχτούς φτιαχτές φτιαχτά
κλητική φτιαχτοί φτιαχτές φτιαχτά

  Ετυμολογία Επεξεργασία

φτιαχτός < φτιάχνω

  ΕπίθετοΕπεξεργασία

φτιαχτός

  1. ο μη φυσικός, ο τεχνητός
    • Μοιάζει με φυσική λιμνούλα, αλλά είναι φτιαχτή
  2. ο αναληθής, ο ψεύτικος, ο κατασκευασμένος, ο πλασματικός
    • φτιαχτή ιστορία/φτιαχτά στοιχεία


  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    φτιαχτός
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=φτιαχτός&oldid=3173542"
Τελευταία επεξεργασία στις 11 Ιουνίου 2013, στις 12:39

Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 11 Ιουνίου 2013, στις 12:39.
  • Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την Άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Παρόμοια Διανομή 3.0· μπορεί να ισχύουν πρόσθετοι όροι. Δείτε τους Όρους Χρήσης για λεπτομέρειες.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie