↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η φασκομηλιά οι φασκομηλιές
      γενική της φασκομηλιάς των φασκομηλιών
    αιτιατική τη φασκομηλιά τις φασκομηλιές
     κλητική φασκομηλιά φασκομηλιές
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
φασκομηλιά < μεσαιωνική ελληνική φασκομηλία[1] [2] [3] / φασκομηλέα < ελληνιστική κοινή φάσκον / φάσκος < αρχαία ελληνική σφάκος + μῆλον

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

φασκομηλιά θηλυκό

Συνώνυμα

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Αναφορές

επεξεργασία
  1. φασκομηλέα - LBG - Trapp, Erich, et al. (1994–2007) Lexikon zur byzantinischen Gräzität besonders des 9.-12. Jahrhunderts (Λεξικό της Βυζαντινής Ελληνικής, ιδίως για τον 9ο-12ο αιώνα), Verlag der Österreichischen Akademie der Wissenschaften (Έκδοση της Αυστριακής Ακαδημίας Επιστημών)
  2. φασκομηλιά - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
  3. φασκομηλιάΧαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών.  (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)