sage
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
sage | sages |
sage (fr) αρσενικό ή θηλυκό
Ουσιαστικό επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
sage | sages |
sage (fr) αρσενικό ή θηλυκό
- ο σοφός
ενικός | πληθυντικός |
sage | sages |
sage (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
sage | sages |
sage (fr) αρσενικό ή θηλυκό