υποφαινόμενος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Μετοχή επεξεργασία
υποφαινόμενος
- (λόγιο) ονομασία που χρησιμοποιεί κάποιος που γράφει ή μιλάει για να αναφερθεί ευγενικά ή ειρωνικά στον εαυτό του
Συνώνυμα επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
υποφαινόμενος
|