υγρόληκτος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- υγρόληκτος < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο επεξεργασία
υγρόληκτος, -η, -ο
- για λέξη με χαρακτήρα υγρό σύμφωνο, λ ή ρ
- το ουσιαστικό ῥήτωρ είναι υγρόληκτο
Μεταφράσεις επεξεργασία
υγρόληκτος
|