Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
τριψήφιος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Προφορά
1.3
Επίθετο
1.3.1
Συγγενικά
1.3.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
τριψήφι
ος
η
τριψήφι
α
το
τριψήφι
ο
γενική
του
τριψήφι
ου
της
τριψήφι
ας
του
τριψήφι
ου
αιτιατική
τον
τριψήφι
ο
την
τριψήφι
α
το
τριψήφι
ο
κλητική
τριψήφι
ε
τριψήφι
α
τριψήφι
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
τριψήφι
οι
οι
τριψήφι
ες
τα
τριψήφι
α
γενική
των
τριψήφι
ων
των
τριψήφι
ων
των
τριψήφι
ων
αιτιατική
τους
τριψήφι
ους
τις
τριψήφι
ες
τα
τριψήφι
α
κλητική
τριψήφι
οι
τριψήφι
ες
τριψήφι
α
ομάδα 'ωραίος'
,
Κατηγορία
όπως «
θαυμάσιος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
τριψήφιος
<
τρι-
+
-ψήφιος
Προφορά
επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
tɾiˈpsi.fi.os
/
αρσενικό
ΔΦΑ
: /
tɾiˈpsi.fi.a
/
θηλυκό
ΔΦΑ
: /
tɾiˈpsi.fi.o
/
ουδέτερο
Επίθετο
επεξεργασία
τριψήφιος, -α, -ο
(
για
αριθμό
) που αποτελείται από
τρία
ψηφία
, τρεις αριθμούς
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τις λέξεις
τρι-
,
-ψήφιος
και
ψηφίο
Μεταφράσεις
επεξεργασία
τριψήφιος
γαλλικά
: à trois
chiffres
(fr)