• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

τετράπλευρο

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Δείτε επίσης
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το τετράπλευρο τα τετράπλευρα
      γενική του τετράπλευρου των τετράπλευρων
    αιτιατική το τετράπλευρο τα τετράπλευρα
     κλητική τετράπλευρο τετράπλευρα
Κατηγορία όπως «σίδερο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
τετράπλευρο, ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου τετράπλευρος

Ουσιαστικό

επεξεργασία

τετράπλευρο ουδέτερο

  • (γεωμετρία) γεωμετρικό σχήμα με τέσσερις πλευρές

Δείτε επίσης

επεξεργασία
  • τετράεδρο

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    τετράπλευρο
  • αγγλικά : quadrilateral (en)
  • γαλλικά : quadrilatère (fr)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=τετράπλευρο&oldid=6607729"
Τελευταία επεξεργασία στις 14 Φεβρουαρίου 2024, στις 00:35

Γλώσσες

    • ລາວ
    • Polski
    • Русский
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 14 Φεβρουαρίου 2024, στις 00:35.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας