quadrilateral
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαquadrilateral (en) (χωρίς παραθετικά)}
Ουσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
quadrilateral | quadrilaterals |
quadrilateral (en)
- (γεωμετρία) το τετράπλευρο
- ⮡ Suppose that we have any quadrilateral.
- Έστω ότι έχουμε ένα όποιο τετράπλευρο.
- ⮡ Suppose that we have any quadrilateral.