• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

συναγωνιστής

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο συναγωνιστής οι συναγωνιστές
      γενική του συναγωνιστή των συναγωνιστών
    αιτιατική τον συναγωνιστή τους συναγωνιστές
     κλητική συναγωνιστή συναγωνιστές
Κατηγορία όπως «ποιητής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
συναγωνιστής < αρχαία ελληνική συναγωνιστής < συναγωνίζομαι

Ουσιαστικό

επεξεργασία

συναγωνιστής αρσενικό (θηλυκό: συναγωνίστρια)

  1. αυτός που συναγωνίζεται
  2. αυτός που αγωνίζεται (σε πολιτικό, ιδεολογικό ή άλλο επίπεδο), ως προς τους άλλους που αγωνίζονται μαζί του
    • (ειδικότερα) προσφώνηση των παραπάνω αγωνιστών μεταξύ τους

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    συναγωνιστής
  • αγγλικά : competitor (en)
  • γαλλικά : concurrent (fr)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=συναγωνιστής&oldid=5517124"
Τελευταία επεξεργασία στις 4 Φεβρουαρίου 2022, στις 01:18

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 4 Φεβρουαρίου 2022, στις 01:18.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας