Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
στροβιλοσυμπιεστής
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
στροβιλοσυμπιεστ
ής
οι
στροβιλοσυμπιεστ
ές
γενική
του
στροβιλοσυμπιεστ
ή
των
στροβιλοσυμπιεστ
ών
αιτιατική
τον
στροβιλοσυμπιεστ
ή
τους
στροβιλοσυμπιεστ
ές
κλητική
στροβιλοσυμπιεστ
ή
στροβιλοσυμπιεστ
ές
Κατηγορία
όπως «
ποιητής
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
στροβιλοσυμπιεστής
<
→
λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
στροβιλοσυμπιεστής
αρσενικό
→ λείπει ο ορισμός (ή οι ορισμοί)
Μεταφράσεις
επεξεργασία
στροβιλοσυμπιεστής