σταυρόνημα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίασταυρόνημα ουδέτερο
- (τεχνολογία) όργανο σκόπευσης με σταυροειδή διάταξη νημάτων, ή απεικόνιση όμοιας διάταξης σε προσοφθάλμιους φακούς οπτικών οργάνων (όπως σε τηλεσκόπιο, διόπτρα, περισκόπιο κ.λ.π.)