σταυροφορία
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- σταυροφορία < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /stav.ɾo.foˈɾi.a/
Ουσιαστικό
επεξεργασίασταυροφορία θηλυκό
- στρατιωτική επιχείρηση, κατά το Μεσαίωνα, που συγκέντρωνε πολλές χιλιάδες ή δεκάδες χιλιάδων ιπποτών και άλλων οπλιτών, με σκοπό την απελευθέρωση των ιερών τόπων του χριστιανισμού από τους μουσουλμάνους