• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

σπονδείος

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Συγγενικές λέξεις
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο σπονδείος οι σπονδείοι
      γενική του σπονδείου των σπονδείων
    αιτιατική τον σπονδείο τους σπονδείους
     κλητική σπονδείε σπονδείοι
Κατηγορία όπως «δρόμος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία Επεξεργασία

σπονδείος < (διαχρονικό δάνειο) ελληνιστική κοινή σπονδεῖος

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

σπονδείος αρσενικό

  • (μετρική) μετρικός πόδας της αρχαίας ελληνικής και λατινικής ποίησης που αποτελείται από 2 μακρές συλλαβές

Συγγενικές λέξειςΕπεξεργασία

  • σπονδειακός
  • → δείτε τη λέξη σπονδή

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    σπονδείος
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=σπονδείος&oldid=5514811"
Τελευταία επεξεργασία στις 3 Φεβρουαρίου 2022, στις 19:18

Γλώσσες

    • English
    Βικιλεξικό
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 3 Φεβρουαρίου 2022, στις 19:18.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie