ρινικός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | ο | ρινικός | η | ρινική | το | ρινικό |
γενική | του | ρινικού | της | ρινικής | του | ρινικού |
αιτιατική | τον | ρινικό | τη | ρινική | το | ρινικό |
κλητική | ρινικέ | ρινική | ρινικό | |||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | οι | ρινικοί | οι | ρινικές | τα | ρινικά |
γενική | των | ρινικών | των | ρινικών | των | ρινικών |
αιτιατική | τους | ρινικούς | τις | ρινικές | τα | ρινικά |
κλητική | ρινικοί | ρινικές | ρινικά | |||
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαρινικός
Πολυλεκτικοί όροι
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- ρινικός - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- ρινικός - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
- Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)