↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το προτερόχρονο τα προτερόχρονα
      γενική του προτερόχρονου των προτερόχρονων
    αιτιατική το προτερόχρονο τα προτερόχρονα
     κλητική προτερόχρονο προτερόχρονα
Κατηγορία όπως «σίδερο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
προτερόχρονο < ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου προτερόχρονος

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

προτερόχρονο ουδέτερο

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος επιθέτου

επεξεργασία

προτερόχρονο