• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Είσοδος
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών

προσταγμένος

  • Διαβάστε σε άλλη γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Επίθετο
      • 1.2.1 Αντώνυμα
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Ελληνικά (el) Επεξεργασία

πτώση ενικός
ονομαστική προσταγμένος προσταγμένη προσταγμένο
γενική προσταγμένου προσταγμένης προσταγμένου
αιτιατική προσταγμένο προσταγμένη προσταγμένο
κλητική προσταγμένε προσταγμένη προσταγμένο
πτώση πληθυντικός
ονομαστική προσταγμένοι προσταγμένες προσταγμένα
γενική προσταγμένων προσταγμένων προσταγμένων
αιτιατική προσταγμένους προσταγμένες προσταγμένα
κλητική προσταγμένοι προσταγμένες προσταγμένα

  Ετυμολογία Επεξεργασία

προσταγμένος: μετοχή παθητικού παρακειμένου του ρήματος προστάζω

  ΕπίθετοΕπεξεργασία

προσταγμένος

  • που τον έχουν προστάξει

ΑντώνυμαΕπεξεργασία

  • απρόσταχτος

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    προσταγμένος
  • αγγλικά : ordered (en)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=προσταγμένος&oldid=4888543"
Τελευταία επεξεργασία στις 18 Νοεμβρίου 2020, στις 08:57

Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 18 Νοεμβρίου 2020, στις 08:57.
  • Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την Άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Παρόμοια Διανομή 3.0· μπορεί να ισχύουν πρόσθετοι όροι. Δείτε τους Όρους Χρήσης για λεπτομέρειες.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie