Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
προπαρασκευασμένος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Μετοχή
1.1.1
Αντώνυμα
1.1.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
προπαρασκευασμέν
ος
η
προπαρασκευασμέν
η
το
προπαρασκευασμέν
ο
γενική
του
προπαρασκευασμέν
ου
της
προπαρασκευασμέν
ης
του
προπαρασκευασμέν
ου
αιτιατική
τον
προπαρασκευασμέν
ο
την
προπαρασκευασμέν
η
το
προπαρασκευασμέν
ο
κλητική
προπαρασκευασμέν
ε
προπαρασκευασμέν
η
προπαρασκευασμέν
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
προπαρασκευασμέν
οι
οι
προπαρασκευασμέν
ες
τα
προπαρασκευασμέν
α
γενική
των
προπαρασκευασμέν
ων
των
προπαρασκευασμέν
ων
των
προπαρασκευασμέν
ων
αιτιατική
τους
προπαρασκευασμέν
ους
τις
προπαρασκευασμέν
ες
τα
προπαρασκευασμέν
α
κλητική
προπαρασκευασμέν
οι
προπαρασκευασμέν
ες
προπαρασκευασμέν
α
Κατηγορία
όπως «
αγαπημένος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Μετοχή
επεξεργασία
προπαρασκευασμένος, -η, -ο
μετοχή
παθητικού
ενεστώτα
του ρήματος
προπαρασκευάζω
Αντώνυμα
επεξεργασία
απροπαρασκεύαστος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
προπαρασκευασμένος