↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο προνομοθετημένος η προνομοθετημένη το προνομοθετημένο
      γενική του προνομοθετημένου της προνομοθετημένης του προνομοθετημένου
    αιτιατική τον προνομοθετημένο την προνομοθετημένη το προνομοθετημένο
     κλητική προνομοθετημένε προνομοθετημένη προνομοθετημένο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι προνομοθετημένοι οι προνομοθετημένες τα προνομοθετημένα
      γενική των προνομοθετημένων των προνομοθετημένων των προνομοθετημένων
    αιτιατική τους προνομοθετημένους τις προνομοθετημένες τα προνομοθετημένα
     κλητική προνομοθετημένοι προνομοθετημένες προνομοθετημένα
Κατηγορία όπως «αγαπημένος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία

επεξεργασία
προνομοθετημένος < προ- + νομοθετημένος

προνομοθετημένος

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία