↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η προλακτίνη οι προλακτίνες
      γενική της προλακτίνης των προλακτινών
    αιτιατική την προλακτίνη τις προλακτίνες
     κλητική προλακτίνη προλακτίνες
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
προλακτίνη < λόγιο ενδογενές δάνειο: αγγλική prolactin ή λόγιο ενδογενές δάνειο: γαλλική prolactine

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

προλακτίνη θηλυκό

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία